Το γιουκαλίλι (ukulele) είναι ένα μικρό έγχορδο μουσικό όργανο που ανήκει στην οικογένεια των νυκτών εγχόρδων και μοιάζει με μια μικρή κιθάρα. Προέρχεται από τη Χαβάη, όπου αναπτύχθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα από Πορτογάλους μετανάστες, οι οποίοι έφεραν μαζί τους ένα παρόμοιο όργανο που ονομαζόταν “machete” ή “braguinha.” Το γιουκαλίλι έγινε γρήγορα δημοφιλές στη Χαβάη και αργότερα διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο, κερδίζοντας τη συμπάθεια πολλών μουσικών για τον ευχάριστο ήχο και την ευκολία του.
Το γιουκαλίλι έχει συνήθως τέσσερις χορδές, οι οποίες μπορεί να είναι κατασκευασμένες από νάιλον ή έντερα ζώων, αν και υπάρχουν και παραλλαγές με έξι ή οκτώ χορδές. Υπάρχουν διάφοροι τύποι γιουκαλίλι ανάλογα με το μέγεθος και το εύρος τους: το σοπράνο, το κονσέρτο, το τενόρο, και το μπάσο. Το σοπράνο γιουκαλίλι είναι το πιο μικρό και το πιο παραδοσιακό, ενώ το μπάσο είναι το μεγαλύτερο και παράγει βαθύτερο ήχο.
Το γιουκαλίλι είναι γνωστό για τον φωτεινό, χαρούμενο ήχο του και την ευκολία με την οποία μπορεί κάποιος να το μάθει να παίζει, γεγονός που το καθιστά ιδανικό όργανο για αρχάριους και παιδιά. Συχνά χρησιμοποιείται στη χαβανέζικη μουσική και στην παραδοσιακή μουσική των νησιών του Ειρηνικού, αλλά έχει επίσης βρει τη θέση του στη σύγχρονη ποπ και φολκ μουσική, και μπορεί να ακουστεί σε πολλά διαφορετικά είδη.
Η εκμάθηση του γιουκαλίλι είναι σχετικά εύκολη σε σύγκριση με άλλα έγχορδα όργανα, καθώς οι χορδές του είναι πιο μαλακές και πιο εύκολες στο πάτημα, και το μέγεθός του το καθιστά εύκολο στη μεταφορά και το παίξιμο. Παρά το μικρό του μέγεθος, το γιουκαλίλι έχει μεγάλη εκφραστική δύναμη και μπορεί να παράγει μια ευρεία γκάμα από ήχους, από χαρούμενες και γρήγορες μελωδίες μέχρι πιο αργά και συναισθηματικά κομμάτια.